Η περίοδος της εγκυμοσύνης είναι για κάθε γυναίκα η πιο σημαντική εμπειρία της ζωής της. Αν και στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, οι κυήσεις είναι φυσιολογικές, κατά τη διάρκεια των εννέα μηνών ενδέχεται να υπάρξουν επιπλοκές, που μπορεί να επηρεάσουν τόσο την έγκυο, όσο και το έμβρυο, γι’ αυτό και πρέπει να αντιμετωπιστούν εγκαίρως. Από τις πιο σοβαρές επιπλοκές που ενδέχεται να παρουσιαστούν είναι σπασμοί, γνωστοί ως «εκλαμψία», από όπου προέκυψε και ο όρος προεκλαμψία.
Η προεκλαμψία συνήθως παρουσιάζεται μετά την 20η εβδομάδα της κύησης. Τις περισσότερες φορές είναι ήπιας μορφής, αλλά υπάρχει μία σοβαρή μορφή, η οποία μπορεί να είναι επικίνδυνη για τη μέλλουσα μητέρα και το έμβρυο.
Ο όρος «υπερτασική νόσος της κύησης» θεωρείται πιο σωστός, αλλά ο παλιότερος όρος «προεκλαμψία» χρησιμοποιείται ακόμα συχνά.
Η προεκλαμψία φαίνεται ότι οφείλεται σε ένα πρόβλημα στον πλακούντα που περιορίζει τη ροή αίματος προς το έμβρυο. Το πρόβλημα αυτό αναπτύσσεται στην αρχή της κύησης, αλλά η πάθηση εκδηλώνεται πολύ αργότερα.
Πιθανές αιτίες περιλαμβάνουν:
- Ανώμαλη εμφύτευση του πλακούντα λόγω ανοσολογικών αιτίων ή μεγάλου μεγέθους. Η κακή προσαρμογή του μητρικού ανοσολογικού συστήματος στο αλλογενές έμβρυο, θα μπορούσε να είναι η βασική αιτία για την επιφανειακή πλακουντοποίηση. Η ανασολογική ασυμφωνία μεταξύ μητέρας και εμβρύου, πιθανότατα είναι η κεντρική αιτία για τη μη επαρκή πλακουντοποίηση.
- Βλάβη του ενδοθηλίου των αγγείων.
- Φτωχή διατροφή.
Τα συμπτώματα, τα οποία μπορούν να εντοπισθούν από τους καθιερωμένους προγεννητικούς ελέγχους, είναι τα εξής:
- Υψηλή αρτηριακή πίεση
- Πρωτεϊνουρία στη μητέρα
- Υπανάπτυξη του εμβρύου
Παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση της προεκλαμψίας αποτελούν, μεταξύ άλλων, το ιστορικό προεκλαμψίας σε προηγούμενη κύηση ή σε συγγενή πρώτου βαθμού, η ηλικία (μικρότερη των 20 ετών και μεγαλύτερη των 35 ετών), η παχυσαρκία, η πολύδυμη κύηση, ο σακχαρώδης διαβήτης κυήσεως, κ.α.
Διάγνωση
Ανεύρεση υψηλής αρτηριακής πίεσης σε εξέταση ρουτίνας, θέτει την υπόνοια ύπαρξης προεκλαμψίας. Απαιτείται δεύτερη μέτρηση μετά από 4-6 ώρες -σε ηρεμία- και εξέταση ούρων, όπου η ανεύρεση πρωτεϊνών επιβεβαιώνει τη διάγνωση.
Στη συνέχεια απαιτείται:
- Γενική αίματος
- Γενική ούρων
- Έλεγχος ηπατικής λειτουργίας (SGOT – SGPT – ALP-γGT)
- Έλεγχος νεφρικής λειτουργίας (ουρία - κρεατινίνη)
- Έλεγχος του ουρικού οξέος
- Έλεγχος ηλεκτρολυτών
- Έλεγχος πηκτικότητας αίματος
- Συλλογή ούρων 24ώρου για προσδιορισμό πρωτεϊνών
Eπιπλοκές
Οι περισσότερες γυναίκες μπορούν να γεννήσουν κανονικά αν η προεκλαμψία διαγνωσθεί νωρίς και γίνει η σχετική παρακολούθηση κατά την εγκυμοσύνη. Ωστόσο, όσο σοβαρότερα είναι τα συμπτώματα και όσο νωρίτερα εμφανίζονται στην εγκυμοσύνη, τόσο μεγαλύτεροι είναι οι κίνδυνοι για τη μητέρα και το έμβρυο.
Μπορεί η σοβαρή κατάσταση της εγκύου να απαιτήσει τερματισμό της κύησης με φυσιολογικό τοκετό ή καισαρική τομή. Η καισαρική τομή μπορεί να αποτελέσει επιλογή σε περιπτώσεις δύσκολης πρόκλησης ή σε μικρή ηλικία κυήσεως.
Αντιμετώπιση
Η αντιμετώπιση της προεκλαμψίας εξαρτάται από το στάδιο της εγκυμοσύνης. Αν η εγκυμοσύνη βρίσκεται κοντά στην πιθανή ημερομηνία τοκετού, ενδείκνυται η πρόκληση τοκετού. Εάν η εγκυμοσύνη δεν είναι προχωρημένη, συστήνεται:
- Ανάπαυση (στην αριστερή πλάγια θέση, όπου το βάρος της μήτρας δεν προκαλεί πίεση της κάτω κοίλης φλέβας, γνωστό και ως «σύνδρομο κάτω κοίλης φλέβας»).
- Περιορισμός της κατανάλωσης αλατιού.
- Κατανάλωση υγρών.
- Αντιυπερτασικά φάρμακα, που θα μειώσουν την αρτηριακή πίεση μέχρι τον τοκετό, καθώς και θειικό μαγνήσιο (MgSΟ4), για κατασταλτική και υποτασική δράση.
- Κορτικοστεροειδή. που θα βοηθήσουν την ωρίμανση των πνευμόνων ειδικά σε κυήσεις <37εβδομάδων.
Στις περιπτώσεις βαριάς προεκλαμψίας συνιστάται διεκπεραίωση του τοκετού. Στο τέλος της υστεροτοκίας αποφεύγεται η χορήγηση μητροσυσπαστικών φαρμάκων, αφού κυρία παρενέργειά της είναι η υπέρταση.
Συνήθως, η προεκλαμψία θεραπεύεται άμεσα με τη διεκπεραίωση του τοκετού και την αποβολή του πλακούντα. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η πορεία της νόσου μπορεί να επιδεινωθεί τις πρώτες 48 ώρες μετά τον τοκετό. Για το λόγο αυτό, οι γυναίκες με διαγνωσθείσα προεκλαμψία ή υπέρταση, απαιτείται να παρακολουθούνται στενά ως προς την αρτηριακή τους πίεση, την πρόσληψη και την αποβολή υγρών.