Photo credits: freepik.com
H βία μεταξύ ανηλίκων μπορεί να περιλαμβάνει και τη σεξουαλική, και μάλιστα σε πολύ μικρές ηλικίες. Τι πρέπει να γνωρίζουν οι γονείς για να αποφευχθούν τέτοια περιστατικά, αλλά και για να μπορούν να τα αναγνωρίσουν;
Η περίπτωση βιασμού ενός πεντάχρονου αγοριού από δύο συνομηλίκους τους, σε νηπιαγωγείο της Αλεξανδρούπολης, αναδεικνύει μια μορφή κακοποίησης, που συχνά αποσιωπάται από τα θύματα λόγω φόβου, ενώ άλλοτε οι γονείς θεωρούν ότι μία τέτοια εξομολόγηση αποτελεί αποκύημα της φαντασίας του παιδιού.
Τα περιστατικά βίας, ακόμη και σεξουαλικής, μεταξύ των ανηλίκων πληθαίνουν, εξαιτίας της αύξησης της βίας αυτής καθεαυτής, ενώ επιπλέον, γίνονται γνωστά, λόγω της ευαισθητοποίησης της κοινής γνώμης.
Η σεξουαλική βία αποτελεί μία μορφή βίας, η οποία στιγματίζει το παιδί είτε έχει υπάρξει θύμα, είτε θύτης. Μελέτες δείχνουν ότι τουλάχιστον ένα στα τρία περιστατικά παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης αφορά ανήλικους θύτες, από την ηλικία των 4 ή 5 ετών, με συχνότερα θύματα τα παιδιά μικρότερης ηλικίας.
Στις περισσότερες περιπτώσεις οι θύτες είναι αδέλφια του θύματος και τα θύματα κυρίως κορίτσια, όμως τέτοια περιστατικά παραμένουν επώδυνα μυστικά.
Τα παιδιά δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν ή να αποκαλύψουν την κακοποίηση λόγω πλήθους παραγόντων όπως:
- Η παραμέληση από τους γονείς και η κάλυψη των αναγκών για προσοχή και ενδιαφέρον από παιδιά ή αδέλφια με κακοποιητικές σεξουαλικές συμπεριφορές, δημιουργώντας έτσι μια σύγχυση για το τι είναι επιβλαβές.
- Η διαβίωση σε έντονα σεξουαλικοποιημένο περιβάλλον, με έντονη έκθεση σε πορνογραφικό περιεχόμενο ή ακατάλληλη γλώσσα, που δεν επιτρέπει στα παιδιά να διακρίνουν τα όρια μεταξύ αποδεκτής και επιβλαβούς συμπεριφοράς.
- Η αποξένωση από τους γονείς ή περιορισμένη επαφή με θετικά πρότυπα ενηλίκων, όπως στην περίπτωση παιδιών που ζουν σε ιδρύματα.
- Η εφαρμογή στρατηγικών φίμωσης του θύματος, όπως η απειλή της κοινωνικής περιθωριοποίησης ή ποινών αν αποκαλυφθεί η κακοποίηση.
Ανάλογα με τη συμπεριφορά, την ηλικία και το αναπτυξιακό στάδιο και των δύο παιδιών ή των νέων, οι σεξουαλικές τους συμπεριφορές μπορεί να είναι αμοιβαίες και να έχουν συναινετικό χαρακτήρα, να είναι επιβλαβείς είτε να θεωρούνται ακατάλληλες για το ηλικιακό στάδιο. Οι επιβλαβείς σεξουαλικές συμπεριφορές συνήθως εκφράζονται προς συνομηλίκους από τον κοινωνικό κύκλο και μπορεί να περιλαμβάνουν επιθετικότητα ή βία.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, οι παράγοντες για το αν μια συμπεριφορά είναι καταχρηστική/κακοποιητική περιλαμβάνουν:
- Την ανισότητα μεταξύ των παιδιών. Η ηλικιακή διαφορά δύο ή περισσότερων ετών θα υποδείκνυε ανισότητα στη δυναμική της εξουσίας, όπως και η ύπαρξη αναπηρίας, η κοινωνική θέση, ακόμη και η αυτοπεποίθηση και η ιδιοσυγκρασία.
- Τον εξαναγκασμό ή την επιθετικότητα, όπως απειλές (τόσο σιωπηρές όσο και ρητές), σωματικές επιθέσεις ή απειλές σωματικής βλάβης ή άλλα κίνητρα (όπως ανταμοιβές).
- Την αδυναμία για ή απουσία συγκατάθεσης μετά από ενημέρωση. Για παράδειγμα, ένα παιδί με σημαντική νοητική υστέρηση μπορεί να μην είναι σε θέση να δώσει τη συγκατάθεσή του μετά από πληροφόρηση, ακόμη και αν αφορά συνομήλικο.
Σεξουαλική κακοποίηση ανάμεσα σε αδέλφια
Η σεξουαλική κακοποίηση με θύτες αδέλφια αποτελεί τη συχνότερη μορφή, αφορά μικρότερα παιδιά και συχνά περιλαμβάνει πιο παρεμβατικές και διεισδυτικές πράξεις. Επιπλέον, τα θύματα είναι λιγότερο πιθανό να αποκαλύψουν την κακοποίηση σε σχέση με εκείνα που κακοποιούνται από ενήλικες στην οικογένεια.
Τα παιδιά που βιώνουν σεξουαλική κακοποίηση από αδέλφια διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο για κατάθλιψη, διατροφικές διαταραχές, αυτοκτονικό ιδεασμό και χρήση ουσιών. Ενδέχεται, επίσης, να αντιμετωπίζουν δυσκολίες στις συναισθηματικές σχέσεις ως ενήλικες, επιλέγοντας συχνά βίαιους ή κακοποιητικούς συντρόφους, ή να βιώνουν τραύμα και δυσφορία, καθώς κατανοούν με ενήλικη σκέψη τι τους συνέβη.
Η διάλυση της οικογένειας είναι συχνή, με τα θύματα να κατηγορούνται ενίοτε για τη διαίρεση της οικογένειας. Επιπλέον, τα θύματα ενδέχεται να εξαναγκάζονται να διατηρήσουν επαφή με τον θύτη τους, περιπλέκοντας περαιτέρω την ανάρρωσή τους.
Πέραν της κακοποίησης του παιδιού ως παράγοντα κινδύνου να γίνει θύτης, ο εκφοβισμός, η συναισθηματική ή σωματική κακοποίηση ή διαταραγμένες σχέσεις με τους γονείς, μπορεί να συμβάλουν σε μετέπειτα κακοποιητικές συμπεριφορές τους.
Πώς μπορεί κανείς να αναγνωρίσει τους θύτες και τα θύματα
Τα παιδιά που είναι θύματα σεξουαλικής κακοποίησης εμφανίζουν τα εξής σημάδια:
- Τραύματα ή αιμορραγία στην γεννητική και περιγεννητική περιοχή, επίμονος πόνος κατά την ούρηση ή την αφόδευση, εμφάνιση σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων.
- Υπερβολικές συζητήσεις για το σεξ και γνώση ή εμφάνιση σεξουαλικής συμπεριφοράς που δεν ανταποκρίνεται στην ηλικία του παιδιού. Το παιδί ενδέχεται να ζωγραφίζει σεξουαλικά θέματα, να αναφέρει ιστορίες σεξ ή τα παιχνίδια του να έχουν σεξουαλικό περιεχόμενο.
- Κρατά μυστικά και περνά ασυνήθιστα μεγάλο χρόνο μόνο του.
- Δεν θέλει να μένει μόνο του με συγκεκριμένα άτομα ή φοβάται να είναι μακριά από τους γονείς του.
- Εμφανίζει συμπεριφορές παλινδρόμησης (π.χ. νυκτερινή ενούρηση).
- Παρουσιάζει υπερβολικά συμμορφωτική συμπεριφορά.
- Αποφεύγει να βγάλει τα ρούχα του για να αλλάξει ή να κάνει μπάνιο.
- Παρουσιάζει αλλαγή στις διατροφικές του συνήθειες.
- Φοβάται να μένει μόνο του τη νύχτα και βλέπει εφιάλτες.
- Εμφανίζει συμπτώματα κατάθλιψης, υπερβολικό άγχος και ανησυχία, μειωμένη αυτοπεποίθηση ή κακή εικόνα του εαυτού και αλλαγές στη διάθεση, όπως αυξημένη επιθετικότητα σε μέλη της οικογένειας, φίλους ή κατοικίδια.
Τα παιδιά που είναι θύτες σεξουαλικής κακοποίησης έχουν συνήθως τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
- Υπήρξαν θύματα σεξουαλικής κακοποίησης κατά το παρελθόν.
- Έχουν ταχύτερη ήβη.
- Υπάρχει ιστορικό αυτοτραυματισμών.
- Έχουν κακή σχέση με τους γονείς τους ή βιώνουν γονεϊκή απόρριψη και κακοποιητικό-βίαιο περιβάλλον.
- Δυσκολεύονται να δημιουργήσουν ουσιαστικές σχέσεις με συνομηλίκους τους.
- Θεωρούν ότι η σεξουαλική δραστηριότητα είναι απαραίτητο στοιχείο του εαυτού τους.
- Εμφανίζουν ελάχιστη ή καθόλου ενσυναίσθηση και χαμηλά επίπεδα άγχους και ανασφάλειας.
- Είναι παρορμητικά και προσελκύονται από τη βία.
Πώς οι γονείς μπορούν να προλάβουν φιανόμενα σεξουαλικής βίας
Για την πρόληψη της σεξουαλικής βίας φροντίζουμε να διατηρούμε μία ανοικτή και στενή επικοινωνία με το παιδί μας, θέτοντάς του όρια και όντας το πρότυπο που χρειάζεται. Δεν ξεχνάμε ότι είμαστε οι γονείς του παιδιού και όχι φίλοι του. Εάν αντιληφθούμε ότι το παιδί μας έχει εμπλακεί με οποιονδήποτε τρόπο σε περιστατικό σεξουαλικής βίας, θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι βιώνει συναισθήματα θλίψης, θυμού, ντροπής, άρνησης και άγχους.
Εάν τα παιδί μας υπήρξε θύμα σεξουαλικής βίας:
- Απαντάμε στο παιδί με φροντίδα και αμεσότητα.
- Πιστεύουμε το παιδί προκειμένου να μας εμπιστευθεί και αυτό.
- Είμαστε υποστηρικτικοί και παραμένουμε ψύχραιμοι.
- Αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα αναζητώντας άμεσα υγειονομική περίθαλψη από επαγγελματίες υγείας-ψυχικής υγείας.
Εάν το παιδί μας υπήρξε θύτης σεξουαλικής βίας:
- Διερευνούμε το περιστατικό χωρίς να δείξουμε στο παιδί ότι το κατηγορούμε. Θέτουμε άμεσες ερωτήσεις και ξεκαθαρίζουμε τη συμπεριφορά που θέλουμε να μας περιγράψει.
- Δείχνουμε στο παιδί ότι ενδιαφερόμαστε για αυτό και ότι είμαστε ανοικτοί για συζήτηση.
- Δείχνουμε στο παιδί ότι υπάρχει διαθέσιμη βοήθεια.
- Απευθυνόμαστε άμεσα σε επαγγελματία ψυχικής υγείας.
- Δεδομένου ότι ένα περιστατικό σεξουαλικής βίας συνιστά και ποινικό αδίκημα, οφείλουμε να απευθυνθούμε άμεσα στις διωκτικές αρχές, αναφέροντας το περιστατικό. Θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι η δουλειά των διωκτικών αρχών σε περιπτώσεις εγκλημάτων που εμπλέκονται ανήλικοι, είτε ως θύματα, είτε ως θύτες, επικεντρώνεται στην προστασία των παιδιών και στην παροχή βοήθειας σε αυτά.
Πηγή: ygeiamou.gr
Διαβάστε ακόμη:
Βία μεταξύ ανηλίκων: Πού οφείλεται, ο ρόλος των γονιών
10201: Ο νέος 5ψήφιος αρθμός για καταγγελίες παραβατικότητας ανηλίκων
10 τηλεφωνικές γραμμές ψυχολογικής υποστήριξης και βοήθειας που πρέπει να γνωρίζουμε