Η προβληματική συμπεριφορά των μαθητών είναι ένα σοβαρό θέμα της εποχής μας, που απασχολεί τόσο τους εκπαιδευτικούς όσο και τους γονείς. Μία συμπεριφορά ορίζεται ως προβληματική όταν επηρεάζει αρνητικά το περιβάλλον του μαθητή και προκαλεί δυσάρεστα συναισθήματα τόσο στους άλλους, όσο και στον ίδιο.
Με αυτή τη συμπεριφορά ο μαθητής εξωτερικεύει τα συναισθήματα που δεν μπορεί να διαχειριστεί ή να αντέξει. Όταν ένα παιδί παρουσιάζει προβλήματα συμπεριφοράς, βρίσκεται σε συναισθηματική / διαπροσωπική σύγχυση. Και ενώ θέλει να είναι καλός στο σχολείο και να γίνει αποδεκτός από τους άλλους, το γεγονός ότι αδυνατεί, οδηγεί σε μία συμπεριφορά με αντίθετα αποτελέσματα.
Έτσι, ο θυμός, η λύπη, η οργή, η ματαίωση, η ανάγκη για εκτόνωση ή εκδίκηση που νιώθει ένα παιδί -κυρίως λόγω βιωμάτων στο οικογενειακό του περιβάλλον- εκφράζονται με διάφορες προβληματικές συμπεριφορές στο σχολικό περιβάλλον.
Οι μαθητές που είναι ψυχοσυναισθηματικά και κοινωνικά ευάλωτοι, όταν δεν καταφέρουν να ανταποκριθούν μαθησιακά και να ενσωματωθούν στη σχολική ζωή, έχουν περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν αντικοινωνική συμπεριφορά στη διάρκεια της προεφηβείας και της εφηβείας.
Τα πιο συνηθισμένα προβλήματα συμπεριφοράς που εντοπίζονται στη σχολική τάξη, είναι:
- Έλλειψη προσοχής, ανυπακοή, απειθαρχία, υπερκινητικότητα
- Καθυστερημένη άφιξη στο μάθημα
- Επίμονη άρνηση συνεργασίας στο πλαίσιο της ομάδας ή και επιλεκτική αλαλία
- Αδιαφορία και άρνηση συμμετοχής στην τάξη, στις εργασίες, διακοπές και λεκτικές παρεμβάσεις την ώρα του μαθήματος
- Παρενόχληση συμμαθητών με πειράγματα, μορφασμούς, ρίψη αντικειμένων
- Χρήση εριστικής, υβριστικής ή απειλητικής γλώσσας Αδικαιολόγητες απουσίες
Τα τελευταία χρόνια, σε αυτά έχει προστεθεί και ο σχολικός εκφοβισμός.
Οι αιτίες
Η προβληματική συμπεριφορά αποτελεί συνδυασμό της αλληλεπίδρασης με το περιβάλλον και των ατομικών χαρακτηριστικών κάθε παιδιού.
Οι αιτίες της προβληματικής συμπεριφοράς μπορεί να οφείλονται σε:
- παθολογικούς / ψυχολογικούς παράγοντες (υπερκινητικότητα, χαμηλή νοημοσύνη, συναισθηματικές διαταραχές, μαθησιακές δυσκολίες, χαμηλό αυτοσυναίσθημα, ανικανοποίητες επιθυμίες και ανάγκες του παιδιού στην πρώιμη ηλικία, κ.α.)
- κοινωνικούς παράγοντες (διαταραγμένο οικογενειακό περιβάλλον, οικογενειακή βία, δύσκολη σχέση γονέα-παιδιού, μη ευέλικτο σχολικό περιβάλλον)
Η αγωγή που λαμβάνουν τα παιδιά από την οικογένεια και τα πρότυπα που προβάλλουν οι γονείς, παίζουν καθοριστικό ρόλο στη συμπεριφορά τους στο σχολείο. Εκείνα που μεγαλώνουν με στοργή, κατανόηση, φροντίδα, εμπιστοσύνη και αναγνώριση από τους γονείς, είναι πιθανότερο να αναπτύξουν αισθήματα επάρκειας, ασφάλειας και αποδοχής. Στην εποχή μας, ωστόσο, τα διαζύγια, η έλλειψη χρόνου των γονέων, η ελλιπής επικοινωνία μεταξύ των μελών της οικογένειας, κ.α., συχνά οδηγούν σε αντίθετα αποτελέσματα.
Υπάρχουν, επίσης, περιπτώσεις όπου οι υψηλές προσδοκίες που έχουν οι γονείς από τα παιδιά τους, τους δημιουργούν πίεση, με πιθανότητα να εκδηλώσουν άρνηση ως προς τη μελέτη των μαθημάτων και αδιαφορία για τις επιδόσεις τους στο σχολείο.
Παιδιά με πολύ χαμηλές ή πολύ υψηλές δυνατότητες, καθώς και με μαθησιακές δυσκολίες, είναι πολύ πιθανό να εκδηλώσουν προβληματική συμπεριφορά αν δεν αντιμετωπιστούν με κατανόηση και υποστήριξη, τόσο στο οικογενειακό, όσο και στο σχολικό περιβάλλον.
Η αντιμετώπιση
Οι εξατομικευμένες παρεμβάσεις που στοχεύουν στην προώθηση της θετικής συμπεριφοράς και των διαπροσωπικών / συναισθηματικών δεξιοτήτων, μπορούν να φανούν αποτελεσματικές σε παιδιά με προβλήματα συμπεριφοράς. Οι παρεμβάσεις αυτές εξαρτώνται από την ηλικία, την ωριμότητα και τις δυνατότητες του παιδιού.
Η συζήτηση με το μαθητή που παρουσιάζει προβληματική συμπεριφορά, είναι πάντα απαραίτητη, τόσο στην οικογένεια όσο και στο σχολείο. Η ερμηνεία και αιτιολόγηση μιας τέτοιας συμπεριφοράς δεν είναι πάντα εύκολη, καθώς συνήθως οφείλεται σε σύνολο παραγόντων.
Τα παιδιά με προβλήματα συμπεριφοράς έχουν αγωνία και άγχος, επομένως καλό είναι να μην τα επιβαρύνουμε με παρατηρήσεις, κριτική και τιμωρίες.
Η ιδιαιτερότητα της προσωπικότητας κάθε μαθητή απαιτεί διαφορετική προσέγγιση, ωστόσο υπάρχουν μερικές κατευθυντήριες γραμμές αντιμετώπισης μιας προβληματικής συμπεριφοράς.
Στο σχολικό περιβάλλον
Η χρήση οργανωμένων και δομημένων παιδαγωγικών τεχνικών ενδείκνυται για την αποτελεσματική διαχείριση της προβληματικής συμπεριφοράς. Αυτές μπορεί να περιλαμβάνουν:
- Δημιουργία ενός θετικού κλίματος μέσα στην τάξη, με ενισχυτική και όχι σωφρονιστική διάθεση από την πλευρά του εκπαιδευτικού, καλλιέργεια της επικοινωνίας και συνεργασίας των μαθητών.
- Εφαρμογή ελκυστικών διδακτικών τεχνικών.
- Προώθηση και ενίσχυση των κοινωνικών/διαπροσωπικών/ συναισθηματικών δεξιοτήτων του μαθητή, που παρουσιάζει προβληματική συμπεριφορά.
- Επιβολή κανόνων και ορίων, καθώς και έλεγχος της συμπεριφοράς του μαθητή.
- Διασφάλιση από τον εκπαιδευτικό ενός ασφαλούς και φιλικού προς τους μαθητές περιβάλλοντος μέσα στην τάξη.
- Προώθηση της δημιουργικής απασχόλησης των μαθητών (εκδηλώσεις, εθελοντισμός, κατασκευή εικαστικών έργων, δημιουργία μουσικής, θεατρική, αθλητικής ομάδας, κλπ, ).
- Εμπλοκή ειδικών που μπορούν να χρησιμεύουν ως καθοδηγητές ή σύμβουλοι των παιδιών με προβλήματα συμπεριφοράς.
Στο οικογενειακό περιβάλλον
Η συζήτηση με το παιδί είναι αυτή που ενδείκνυται και όχι το "κήρυγμα", το οποίο μπορεί να επιδεινώσει την κατάσταση. Μέσα από τη συζήτηση προσπαθούμε να κάνουμε το παιδί να νιώσει άνετα και ασφαλές, ακούμε όσα έχει να μας πει και το αντιμετωπίζουμε με σεβασμό, διατηρώντας μία ειλικρινή σχέση μαζί του.
Επίσης, είναι καλό να δημιουργούμε κίνητρα στο παιδί, δίνοντάς του δηλαδή κάποιου είδους ανταμοιβή, από ένα μπράβο, μέχρι επιπλέον ώρα παιχνιδιού, μία βόλτα, ένα δώρο, κλπ. Επιβραβεύουμε κάθε επιτυχία ή καλή συμπεριφορά, ενισχύοντας έτσι την πορεία του παιδιού προς τη σωστή κατεύθυνση. Η ανταμοιβή καθορίζεται ανάλογα με την ηλικία και την ωριμότητα του παιδιού. Στην εφηβεία θα πρέπει το παιδί να κάνει πλέον κάτι όχι επειδή είναι υποχρεωμένο, αλλά επειδή παίρνει ικανοποίηση από αυτό, χωρίς να χρειάζεται οπωσδήποτε κάποιου είδους ανταμοιβή.
Τέλος, μερικές φορές πρέπει οι γονείς, ιδιαίτερα αν το παιδί είναι πιο μεγάλης ηλικίας, να αλλάξουν πρώτοι τη δική τους στάση απέναντι του.