Η μερική άρση των μέτρων που ισχύει από χθες και η προσπάθειά μας να επιστρέψουμε στη νέα κανονικότητα, αποτελεί μία περίοδο προσαρμογής με συνθήκες πρωτόγνωρες, που μεταξύ άλλων, δοκιμάζουν τις ανθρώπινες σχέσεις.
Με τη φυσική επαφή να θεωρείται πλέον αδιανόητη, η κοινωνική απόσταση δεν πρέπει να μεταφράζεται σε ψυχρότητα, αλλά έγνοια, στοργή και φροντίδα προς τα αγαπημένα μας πρόσωπα, καθώς επίσης, σε εγγύτητα και ζεστασιά στα άλλα μέλη της κοινότητας.
Η φυσική επαφή θεωρείται θεμελιώδης για την υγιή ανάπτυξη, την κοινωνικοποίηση, τη δημιουργία και ενίσχυση των σχέσεων. Η κυρία Μπετίνα Ντάβου, καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, μιλώντας στη HuffPost, αναφέρει μεταξύ άλλων: «Η κοινωνικοποίηση αναπτύσσεται μέσα από τις σχέσεις μας με άλλους ανθρώπους και οι σχέσεις μας εδραιώνονται και ευδοκιμούν πρωτίστως μέσα από τις συναισθηματικές μας ανταλλαγές με τους άλλους, από την εναρμόνιση των βλεμμάτων και των σωμάτων μας. Για αυτή την εναρμόνιση, η φυσική επαφή είναι απαραίτητη.
Πρέπει να συνυπάρξουμε με τον άλλο στον ίδιο χώρο και χρόνο, με όλες μας της αισθήσεις, για να μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε όλα τα ανθρώπινα επικοινωνιακά συστήματα, την κίνηση, τις χειρονομίες, τις εκφράσεις του προσώπου, την προσωδία της φωνής, για να αισθανθούμε ότι επικοινωνούμε όσο το δυνατόν πληρέστερα.
Να αφουγκραστούμε, να παρατηρήσουμε, να αγγίξουμε, να μυρίσουμε τον άλλο -η όσφρηση είναι μια πάρα πολύ δυνατή αίσθηση ήδη από την αρχή της ζωής- για να μπορέσουμε να μοιραστούμε συναισθήματα, να συντονιστούμε με τον άλλο, να αισθανθούμε ότι επικοινωνούμε βαθιά. Γι’ αυτό η φυσική επαφή είναι τόσο σημαντική. Γιατί ενεργοποιεί και αξιοποιεί όλες τις ανθρώπινες αισθήσεις. Η φυσική επαφή αυξάνει την παραγωγή ωκυτοκίνης και ντοπαμίνης, των ορμονών που συμβάλουν στη μείωση του άγχους, στην καλλιέργεια εμπιστοσύνης, στην ήρεμη συναισθηματική κατάσταση και στην ψυχική σταθερότητα.
Η έλλειψή της αυξάνει τα επίπεδα της κορτιζόλης, της ορμόνης που συνδέεται με την αίσθηση της μοναξιάς, το άγχος και την κατάθλιψη. Είναι πρωτίστως το άτομο που αποδυναμώνεται από την έλλειψη φυσικής επαφής, όχι η σχέση απευθείας. Αλλά όταν μία σχέση απαρτίζεται από δυο αποδυναμωμένους, μαραζωμένους ανθρώπους, αναπόφευκτα φτωχαίνει, γιατί λείπουν οι πόροι και η ενέργεια που θα την διατηρούσαν ζωντανή. Οι σχέσεις που έχουν πραγματικά γερές βάσεις θα λαβωθούν, αλλά θα αντέξουν. Γιατί οι σχέσεις που έχουν εδραιωθεί μπορούν να διατηρηθούν ζωντανές με τη μνήμη, τη σκέψη και τη φαντασία μας. Η εσωτερίκευση του άλλου, η ύπαρξή του μέσα μας, τον κρατάει παρόντα έστω και ως εικόνα επάνω στην οποία να ακουμπήσει η ψυχή μας.
Σε ακραίες συνθήκες, η έλλειψη φυσικής επαφής, επειδή επηρεάζει το ανοσοποιητικό σύστημα, μπορεί να οδηγήσει ακόμη και στο θάνατο, κάτι που έχει παρατηρηθεί σε βρέφη. Και δεν είναι μόνον η απτική διέγερση που χάνουμε με την απουσία της φυσικής επαφής. Η όσφρηση, η μυρωδιά του δικού μας ανθρώπου, επίσης συμβάλει στη στέρηση. Η όσφρηση είναι πολύ δυνατή αίσθηση, ήδη αναπτυγμένη από την ενδομήτρια ζωή και καθοριστική για το δεσμό που θα αναπτύξει το βρέφος με τη μητέρα του. Οι έρευνες δείχνουν ότι τα νεογέννητα αναγνωρίζουν το γάλα της μητέρας τους από την οσμή. Ο συναισθηματικός δεσμός που αναπτύσσουμε με άλλους ανθρώπους βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην αίσθηση της όσφρησης κι ας μην έχουμε πάντοτε επίγνωση ότι αυτό μας συμβαίνει. Μας λείπει η μυρωδιά των αγαπημένων μας, όσο μας λείπει και το άγγιγμά τους.
Τα νέα ψηφιακά μέσα και τα κοινωνικά δίκτυα μας δημιούργησαν την ψευδαίσθηση ότι μπορούμε να παραμένουμε πάντοτε «σε επαφή» και συνδεδεμένοι με όποιον θέλουμε, να ξεφύγουμε από την ανία, να είμαστε ενήμεροι για όλα όσα συμβαίνουν εκεί έξω, να υπάρχει πάντοτε ένα ακροατήριο για να προβάλουμε την ιδανική εικόνα που σκηνοθετούμε για τον εαυτό μας, ότι πάντοτε θα υπάρχει κάποιος που με ένα ψηφιακό χάδι –ένα «μου αρέσει», μια καρδούλα ή ένα σχόλιο– θα αναγνωρίσει την ύπαρξή μας, ότι μπορούμε να συνδεόμαστε και να αποσυνδεόμαστε από άλλους, όπως και όποτε θέλουμε, με το πάτημα ενός κουμπιού.
Όλα αυτά είναι πολύ δελεαστικά και ένας πολύ εύκολος τρόπος να ξεφεύγεις από τα προσκόμματα που αναπόφευκτα έχουν οι σχέσεις μας στην εκτός δικτύου ζωή. Ταυτόχρονα βέβαια, τα κοινωνικά δίκτυα αποδυνάμωσαν τις δυνατότητές μας να διαχειριστούμε τη μοναξιά και την ανία που, ωστόσο, είναι αναπόδραστες στη ζωή, μείωσαν το χρόνο που είχαμε για να ονειροπολούμε και να αναστοχαζόμαστε για τον εαυτό μας και τη ζωή και δημιούργησαν νέα άγχη, όπως π.χ. ότι εάν δεν ελέγχουμε κάθε τόσο το κοινωνικό δίκτυο στο οποίο ανήκουμε, θα χάσουμε κάτι πολύ σημαντικό που όλοι οι άλλοι θα το έχουν μάθει ή ότι εάν δεν αναρτούμε κάτι συστηματικά, οι διαδικτυακοί μας «φίλοι» θα μας ξεχάσουν για πάντα. Όλα αυτά όμως είναι μία ψευδαίσθηση, υπό την έννοια ότι επειδή η διαδικτυακή επικοινωνία είναι ελλιπής, γιατί βασίζεται μόνον σε δύο από τις πέντε αισθήσεις, αφήνει πάντοτε μια αίσθηση ανολοκλήρωτου και ωθεί σε ακόμη μεγαλύτερη, σχεδόν καταναγκαστική αναζήτηση περισσότερης διαδικτυακής επικοινωνίας, που τελειωμό δεν έχει.
Τώρα που στερηθήκαμε τη φυσική επαφή, μπορούμε να δούμε καθαρά τη διαφορά και να συνειδητοποιήσουμε την ανάγκη της φυσικής παρουσίας των δικών μας ανθρώπων στη ζωή μας. Από τις οικείες σχέσεις δεν μπορεί να εκλείψει η φυσική επαφή και από τις κοινωνικές γνωριμίες δεν μπορεί να αφαιρεθεί η εγγύτητα. Προσωπικά, μου είναι αδιανόητο το να συνεχίσω να μην αγκαλιάζω και να μην φιλάω τους αγαπημένους μου και μου φαίνεται τρομακτική η εικόνα εκατοντάδων ανθρώπων να περιφέρονται στους δρόμους των πόλεων, με μάσκες και γάντια και με το βλέμμα προσηλωμένο στον διαρκή υπολογισμό της «ασφαλούς απόστασης» από τον άλλο. Όλο αυτό που πλήττει τις ανθρώπινες σχέσεις, μαζί με τα υπόλοιπα, εξαιρετικά σοβαρά επακόλουθα της πανδημίας, την οικονομική ύφεση, τη φτώχεια, την ανεργία, τους θανάτους, είναι μια δυστοπία. Προτιμώ να σκέφτομαι ότι οι άνθρωποι θα προτιμήσουν να ρισκάρουν να πεθάνουν αγκαλιασμένοι με τους οικείους τους, παρά να ζήσουν στη δυστοπία».