Στην ελληνική κοινωνία ο παππούς και η γιαγιά ήταν ανέκαθεν αναπόσπαστο κομμάτι του οικογενειακού πλαισίου. Κατά το παρελθόν το σύνηθες φαινόμενο ήταν σε ένα σπίτι να διαμένουν τρεις γενιές ή και παραπάνω. Συνεπώς η ανατροφή του παιδιού δεν αφορούσε μόνον τους γονείς, αλλά και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας. Έτσι, λοιπόν, ο ρόλος του παππού και της γιαγιάς στο μεγάλωμα του παιδιού ήταν ιδιαίτερα σημαντικός. Ακόμα όμως και στις μέρες μας όπου τα παιδιά απομακρύνονται από την οικογενειακή τους εστία για να δημιουργήσουν την δική τους οικογένεια, ο ρόλος των παππούδων είναι καίριος.
Πολλές γιαγιάδες φροντίζουν τα εγγόνια τους ώστε να μπορέσουν οι μητέρες να εργαστούν ή ακόμα και να πάρουν ένα διάλλειμα από τον εξοντωτικό ρόλο της μητρότητας και συνεχής φροντίδας των παιδιών. Πόσες παγίδες μπορεί να κρύβει αυτή η σχέση και πως μπορούν να κρατηθούν οι ισορροπίες;
Σίγουρα για τα παιδιά είναι μια σχέση αγάπης και στοργής, η οποία έχει θετικές επιπτώσεις στην ψυχοκοινωνική ανάπτυξη του παιδιού. Τα παιδιά βλέπουν τους παππούδες σαν δεύτερη οικογένεια, σαν δεύτερους ¨γονείς¨ κατά μια έννοια. Σηματοδοτούν τις ρίζες τους. Τους παρέχουν ασφάλεια και προστασία, κάτι καθοριστικό για την ψυχική τους ισορροπία, όταν τα παιδιά καλούνται να βγουν από τον μικρόκοσμο τους και το πλαίσιο της οικογένειας, και να εκτεθούν σε άλλες κοινωνικές ομάδες και σε κάποιο άγνωστο ως τότε περιβάλλον, όπως το σχολείο. Τα παιδιά πρέπει να περνάνε χρόνο με τους παππούδες και τις γιαγιάδες, και να λαμβάνουν το ενδιαφέρον και την αγάπη τους.
Τα προβλήματα αρχίζουν όταν οι παππούδες έρχονται να αναμιχθούν και να παρέμβουν με τον δικό τους τρόπο στο μεγάλωμα του παιδιού και δεν υπάρχουν σαφή όρια. Ο ρόλος τους θα πρέπει να είναι καθαρά βοηθητικός και υποστηρικτικός. Σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να παίρνουν αυθαίρετα αποφάσεις για τον μεγάλωμα του παιδιού και να ακυρώνουν με αυτό τον τρόπο τον γονέα στα μάτια του παιδιού. Πολλοί παππούδες θεωρούν ότι οι γονείς δεν έχουν αρκετές γνώσεις ως προς το μεγάλωμα του παιδιού και έρχονται να παρέμβουν ακυρώνοντας έτσι τους γονείς. Ακόμα κι αν αυτό είναι αλήθεια οι παππούδες θα πρέπει να συζητάνε με τους γονείς προτού λειτουργήσουν με τον οποιοδήποτε τρόπο. Σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει οι παππούδες να κάνουν υποδείξεις ή ακόμα χειρότερα παρατηρήσεις στους γονείς κυρίως μπροστά στο παιδί. Όπως π.χ. « Έλα, μην το μαλώνεις το παιδί» ή «αστό, δεν πειράζει» σε περιστάσεις που οι γονείς προσπαθούν να βάλουν όρια στο παιδί τους.
Υπεύθυνοι για το μεγάλωμα του παιδιού είναι οι γονείς. Έτσι λοιπόν, οι παππούδες θα πρέπει να συμμορφωθούν στο πρόγραμμα των γονέων και να μην κάνουν τα δικά τους… Εάν οι γονείς θέλουν το παιδί τους να μην τρώει σοκολάτες, ή να πηγαίνει για ύπνο σε συγκεκριμένη ώρα, οι παππούδες θα πρέπει να μείνουν πιστοί σε αυτές τις οδηγίες και να μην σαμποτάρουν τις προσπάθειες των γονέων για την οριοθέτηση και διαπαιδαγώγηση του παιδιού, ακόμα κι αν αυτό γίνεται για την ικανοποίηση του. Οι παππούδες θα πρέπει να είναι αντικειμενικοί και να μην παραφέρονται από τα συναισθήματα τους και την υπερβολική αγάπη τους προς το εγγόνι. Επιπλέον, λανθασμένη είναι και η άποψη πως ο ρόλος των παππούδων είναι να ¨κακομαθαίνουν¨ το εγγόνι, μην ακολουθώντας και παραβλέποντας συγκεκριμένους κανόνες συμπεριφοράς τους οποίους ορίζουν οι γονείς. Αυτή η στάση των παππούδων πολλές φορές φέρνει σε ρήξη το ίδιο το ζευγάρι και δημιουργεί προβλήματα.
Είναι σημαντικό το παιδί να βλέπει κοινή γραμμή από γονείς και παππούδες, ώστε να λαμβάνει ξεκάθαρα μηνύματα. Να μην αισθάνεται ότι οι παππούδες αποδυναμώνουν το ρόλο του γονέα, αλλά να του είναι ξεκάθαρο πως οι γονείς έχουν το βασικό ρόλο. Επιπλέον, τα παιδιά είναι ιδιαίτερα εύστροφα και ακόμα και σε μικρή ηλικία μπορούν να εντοπίσουν τις αδυναμίες του παππού και της γιαγιάς και να τις εκμεταλλευτούν με τον γλυκό τους τρόπο. Κάτι τέτοιο μπορεί να φέρει δυσκολίες όταν θα κληθούν να οριοθετήσουν την συμπεριφορά του εγγονιού τους.