Οι χρόνιες παθήσεις δεν έχουν να κάνουν μόνο με την οργανική υγεία ενός ανθρώπου, αλλά και με την ψυχολογία του. Ο ασθενής, ο οποίος νοσεί για μεγάλη χρονική περίοδο, είτε αναγκάζεται να ζει με την ασθένεια του, καλείτε πέραν των οργανικών θεμάτων να διαχειριστεί το ψυχολογικό βάρος και τις επιπτώσεις που φέρει μια χρόνια νόσος μαζί της. Ανάλογα με την ασθένεια, τα συμπτώματα που εμφανίζουν οι ασθενείς με χρόνιες παθήσεις, είναι η ανηδονία, διαταραχές στον ύπνο και την όρεξη, απώλεια βάρους, ευερεθιστότητα και μειωμένη συγκέντρωση. Επιπλέον, οι ασθενείς με χρόνιες παθήσεις παρουσιάζουν έντονο το αίσθημα της αποτυχίας, έχουν χαμηλή αυτοπεποίθηση, εμφανίζουν έντονα το αίσθημα του αβοήθητου, βιώνουν ενοχικά συναισθήματα, θλίψη, πολλές φορές αυτοκτονικό ιδεασμό, αίσθημα αυτολύπησης, κοινωνική απόσυρση και έχουν τάση για απομόνωση. Τα παραπάνω πηγάζουν από το γεγονός πως καλούνται να διαχειριστούν καταστάσεις π.χ. έντονου πόνου ή απρόβλεπτων και αιφνίδιων κρίσεων, οι οποίες τις περισσότερες φορές είναι εκτός ελέγχου του ασθενούς, συχνές νοσηλείες, αλλά και έκπτωση κοινωνικής λειτουργικότητας. Επιπλέον, πολλές φορές τα άτομα αυτά αντιμετωπίζουν προβλήματα εργασιακά και οικογενειακά, μη μπορώντας να ανταποκριθούν πλήρως στους καθημερινούς τους ρόλους που καλούνται να υιοθετήσουν, όπως αυτός του γονέα, του εργαζόμενου, του συντρόφου κ.α. Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι να υπάρχει έντονο αίσθημα θυμού και οργής, αίσθημα ντροπής, άγχους και καταθλιπτικής διάθεσης.
Στις περιπτώσεις που υπάρχουν παιδιά στην οικογένεια, τα όποια βιώνουν την ασθένεια του γονέα, την καθημερινή εξέλιξη και επακόλουθα της νόσου, ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στον χειρισμό της κατάστασης. Έρευνες έχουν δείξει πως τα παιδιά των χρόνια ασθενών γονέων κατακλύζονται από το αίσθημα της απαίτησης ή της ευθύνης του να αναλάβουν τον ρόλο του φροντιστή. Πολλές φορές υιοθετούν αυτό το ρόλο καθώς ο ασθενής γονέας δεν είναι σε θέση να φροντίσει τον εαυτό του. Έτσι αντιστρέφονται οι ρόλοι και αντί ο γονέας να φροντίζει και να είναι υπεύθυνος για την σωματική και ψυχική υγεία του παιδιού, το παιδί μπαίνει στο ρόλο να «προσέξει» και να φροντίσει τον γονέα και τις ανάγκες του.
Επιπλέον, εμφανής είναι και ο προβληματισμός των παιδιών για το κατά πόσο θα νοσήσουν και τα ίδια από την ασθένεια του γονέα και τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει η νόσος στο παιδί. Τα παιδιά των ασθενών γονέων αισθάνονται κατά κύριο λόγο να περιορίζονται στις καθημερινές δραστηριότητες, να απομονώνονται από τις ομάδες συνομηλίκων και να αναπτύσσουν προβλήματα υγείας.
Η εκδήλωση προβληματικής συμπεριφοράς στα παιδιά καθορίζεται κυρίως από το ποσοστό εμφάνισης καθημερινών παρενοχλήσεων και εμφάνισης επιπλοκών στην υγεία του γονέα και λιγότερο στην βαρύτητα και σοβαρότητα της ασθενείας. Με άλλα λόγια τα παιδιά επηρεάζονται περισσότερο όταν βιώνουν καθημερινές κρίσεις του γονέα λόγω ασθένειας, έντονες καταστάσεις πόνου, λιποθυμικά επεισόδια, συχνές νοσηλείες, έκπτωση καθημερινής λειτουργικότητας του γονέα και γενικά στρεσογόνες καταστάσεις.
Σε καταστάσεις έντονου στρες προερχόμενο από την ασθένεια του γονέα, τα παιδιά έχουν την τάση να απομονώνονται, να βιώνουν αισθήματα έντονου άγχους για τις πιθανές αλλαγές-επιπλοκές στην υγεία του γονέα, αλλά και αισθήματα ενοχικά, θεωρώντας πως τα ίδια ευθύνονται για την κατάσταση ή ότι την επιβαρύνουν. Ο φόβος αρνητικής έκβασης της υγείας του γονέα ή ακόμα και ο φόβος απώλειας του γονέα μπορεί να οδηγήσει στην εκδήλωση ψυχοσωματικών διαταραχών και συμπτωμάτων. Για όλους τους παραπάνω λόγους, ψυχολογική στήριξη και καθοδήγηση θα πρέπει να λαμβάνει όχι μόνον ο ασθενής, ο οποίος νοσεί από την χρόνια πάθηση, αλλά και όλη η οικογένεια, παιδιά, σύζυγοι κτλ.